Σάββατο 30 Δεκεμβρίου 2017

ΕΝΑΣ ΜΟΝΑΧΙΚΟΣ ΛΥΚΟΣ, ἕνα ποίημα τοῦ Ἀργύρη Χιόνη








ΕΝΑΣ ΜΟΝΑΧΙΚΟΣ ΛΥΚΟΣ

Διψάω γι' ἀγάπη πεινάω γι' ἀγάπη πονάω γι' ἀγάπη
Οὐρλιάζω γι' ἀγάπη πεθαίνω γι' ἀγάπη ἀλλὰ
Εἶμαι λύκος ὁ κακὸς λύκος καὶ δὲν γίνεται
Δὲν εἶναι δυνατὸ τέτοια αἰσθήματα νὰ ἔχω
Γιατὶ ἂν τὸ μάθουμε τὰ πρόβατα
Θὰ πέσουνε νὰ μὲ σπαράξουν.






Ἀργύρης Χιόνης, Ἡ φωνὴ τῆς σιωπῆς, Ποιήματα 1966-2000, Ἐκδόσεις Νεφέλη, Ἀθήνα 2006.



Τετάρτη 13 Δεκεμβρίου 2017

ΙΔΟΥ ΤΟ ΔΙΛΗΜΜΑ




 
Lucas van Leyden, Ἡ τελευταία κρίση (λεπτομέρεια), 1526 μ.Χ.
 Λέιντεν (Ὀλλανδία), Museum De Lakenha.


 
Lucas van Leyden, (Ὁπως παραπάνω).

...καὶ γιὰ ὅσους ἐνδιαφέρονται νὰ μάθουν ποῦ ἀνοίκει ἡ παραπάνω λεπτομέρεια τοῦ ἔργου Ἡ τελευταία κρίση τοῦ Ὁλλανδοῦ ζωγράφου καὶ χαράκτη Lucas van Leyden, τοὺς διαβεβαιώνω πὼς εἶναι στὸ τμῆμα τοῦ Παραδείσου. Ὁπότε ποιὸ εἶναι τὸ δίδαγμα; Εἶναι ὅτι κάνουμε τὰ πάντα σὲ τούτη τὴ ζωὴ μάγκες μου γιὰ νὰ βρεθοῦμε στὴν ἄλλη στὶς κοιλάδες τοῦ Παραδείσου, ἀφοῦ ἐκεῖ βλέπω νὰ κατοικοῦν οὐρὶ καὶ ἐφαψίες ἄγγελοι!
Τώρα ἂν σᾶς ἐνδιαφέρουν οἱ πλούσιοι τῷ πνεύματι, τότε τυχήσατε. Αὐτοὶ πηγαίνουν κατευθείαν στὴν Κόλαση ἀφοῦ δὲν εἶναι ἐπιθυμητοὶ στὸν Παράδεισο - ὡς γνωστὸν ἡ χριστιανικὴ θρησκεία ἐνδιαφέρεται καὶ μακαρίζει τοὺς πτωχοὺς τῶ πνεύματι. Ὁπότε ποιὸ εἶναι τὸ δεύτερο -ἐν ἀντιθέσι μὲ τὸ πρῶτο- δίδαγμα; Εἶναι πὼς κάνουμε ὅ,τι μποροῦμε σὲ αὐτὴ τὴ ζωή, ἔτσι ὤστε στὴν ἄλλη νὰ βρεθοῦμε κατευθείαν στὴν Κόλαση, τόπο διαμονής ὅλων τῶν σημαντικῶν ἀνθρώπων!! Κι ἂς πάει καὶ τὸ παλιάμπελο - τῶν οὐρὶ ἐννοῶ...
Κοίτα τώρα δίλημμα!!!


Lucas van Leyden, τελευταία κρίση (τρίπτυχο), 1526 μ.Χ.
 Λέιντεν (Ὀλλανδία), Museum De Lakenha.



Τετάρτη 29 Νοεμβρίου 2017

Christopher Marlowe (1564-1593), a τribute




 


Κρίστοφερ Μάρλοου (1564-1593), αφιέρωμα
Ολίγα προλεγόμενα
Ο ποιητής και θεατρικός συγγραφέας Κρίστοφερ Μάρλοου (Christopher Marlowe) τον οποίο ο T.S. Eliot δεν δίστασε να αποκαλέσει «τον πιο βαθυστόχαστο, τον πιο βλάσφημο από τους συγχρόνους του, το πιο φιλοσοφημένο, αν και ανώριμο πνεύμα από τους ελισαβετιανούς δραματικούς συγγραφείς», ήταν ένας τολμηρός και εμπνευσμένος πρωτοπόρος της αγγλικής ποιητικής λογοτεχνίας· είχε δε μια δύναμή που μπορούμε να την αποκαλέσουμε ανυπέρβλητη.
Ο Μάρλοου, που κάλλιστα θα μπορούσε να χαρακτηριστεί παιδί της Αναγέννησης, είναι αυτός που σε δίσεκτους καιρούς θα τολμήσει να πει πως ένα αγόρι είναι πολλάκις προτιμητέο και απείρως θελκτικότερο από την οποιαδήποτε αιθέρια θηλυκή ύπαρξη. Αλλά ή ίδια η Αναγέννηση δεν ήταν τίποτα άλλο από μια εποχή έξαψης, αναζήτησης και αδιάκοπης αμφισβήτησης μέσα στα μεσαιωνικά ερέβη που είχε φέρει και εγκαθιδρύσει ο χριστιανισμός. Έτσι ο  Μάρλοου δεν κάνει τίποτα περισσότερο από το να αντιπροσωπεύει -στο ακέραιο μάλιστα- αυτή την αμφισβήτηση. Με τις πενιχρές μας γνώσεις λοιπόν, και έχοντας πλήρη συνείδηση της ένδειάς μας και της αδυναμίας μας να σταθούμε μπρος του, θα προσπαθήσουμε να παρουσιάσουμε ένα μικρό αλλά τεκμηριωμένο -και θέλουμε να πιστεύουμε, απευθυνόμενοι στους ενδιαφερόμενους, ενδιαφέρον- αφιέρωμα σε τούτο τον μεγάλο άντρα.


 


Κρίστοφερ Μάρλοου, μια γνωριμία
Ο Κρίστοφερ Μάρλοου. ο άνθρωπος που μεγαλούργησε με την ελευθερία τού νεοπαγούς ανομοιοκατάληκτου στίχου, αυτός ο πατριάρχης της υπερβολής, όσο εμβάθυνε στη φόρμα των έργων του τόσο έβρισκε απαραίτητο να περιορίζει τον στιχουργικό του οίστρο, προσαρμόζοντάς τον στις απαιτήσεις κάθε σκηνικού δημιουργήματός του. Στα τελευταία έργα του ο «πεποιημένος» λόγος του ανομοιοκατάληκτου στίχου του -χωρίς να απεμπολεί διόλου τις δυνατότητες του λυρισμού- απλώνεται στις ανεκμετάλλευτες ακόμα περιοχές της καθομιλουμένης, προσδίδοντάς της μια σχεδόν μνημειακή «φυσικότητα» στη σκηνή. Στον Εδουάρδο τον 2ο ο στίχος παραμένει σε μια παγερή λυρικότητα που αιφνιδιάζει, κυρίως επειδή ανταποκρίνεται στον εντελώς φυσικό και ανέμελο τρόπο με τον οποίο εκφέρονται τα πιο αποτρόπαια πράγματα. Η στιβαρότητα της ποιητικής του γλώσσας δεν αποποιείται διόλου την χρήση καλλιλογικών στοιχείων και κοσμητικών επιθέτων, κι όμως δίνει την εντύπωση πως όχι μόνο δεν στολίζει αλλά και απογυμνώνει ως το κόκκαλο τα λεγόμενα (το στοιχείο που λάτρευε ο Έλιοτ στο Μάρλοου).
Υπήρξε ο μεγαλύτερος ανταγωνιστής του Σαίξπηρ που πέθανε νέος -μόλις εικοσιεννιά χρονών- ήταν μόνο δυο μήνες μεγαλύτερος από τον Σαίξπηρ. Παρόλο που προερχόταν από ταπεινό περιβάλλον μια και ήταν γιος τσαγκάρη γεννημένος το 1564 -την ίδια ακριβώς χρονιά με τον Σαίξπηρ- στο Κάντερμπι της Αγγλίας, είχε σπουδάσει με υποτροφία στο Κέμπριτζ και επομένως είχε ανέβει κοινωνικά.
Ένας θεός ξέρει τι θα μπορούσε να έχει καταφέρει ο Μάρλοου, αλλά το 1593 έμπλεξε πολύ άσχημα. Την άνοιξη εκείνης της χρονιάς έκαναν την εμφάνισή τους σε όλο το Λονδίνο διάφορες εμπρηστικές ανακοινώσεις με στίχους εμπνευσμένους από λαϊκά θεατρικά έργα. Μία από αυτές περιλάμβανε μια αισχρή παρωδία κάποιου σημείου από τον Ταμερλάνο του Μάρλοου. Εκείνη την εποχή η κυβέρνηση ήταν σε τέτοιο παραλήρημα για την προστασία της «εθνικής ασφάλειας», όπως θα λέγαμε σήμερα, ώστε ξόδευε 12.000 λίρες το χρόνο –πραγματικά μυθώδες ποσό- για να κατασκοπεύει τους πολίτες της. Ήταν ακριβώς η εποχή που δεν ήθελες να τραβήξεις την προσοχή των αρχών. Ανάμεσα σε όσους ανέκριναν ήταν και ο Τόμας Κιντ (Thomas Kyd), φίλος και συγκάτοικος του Μάρλοου, αλλά και συγγραφέας της Ισπανικής τραγωδίας, που είχε τεράστια επιτυχία. Κάτω από την πίεση των βασανιστηρίων –ή απλώς της απειλής ότι θα τον βασανίσουν- στη φυλακή του Μπράιντουελ, ο Κιντ κατήγγειλε τον Μάρλοου ως «αντίθετο προς τη θρησκεία, άσωτο και σκληρόκαρδο» αλλά κυρίως άθεο και βλάσφημο, αποδίδοντάς του ένα γραπτό που βρέθηκε στο σπίτι του. Αυτές οι καταγγελίες ήταν εξαιρετικά σοβαρές.
Ο Μάρλοου σύρθηκε στο Ανακτοβούλιο, ανακρίθηκε και αφέθηκε ελεύθερος με τον όρο ότι θα βρίσκεται σε απόσταση όχι μεγαλύτερη των τριάντα δύο χιλιομέτρων από τη βασιλική αυλή, όπου και αν μεταφερόταν αυτή, έτσι ώστε να μπορούν οι κατήγοροί του να ασχοληθούν γρήγορα με την περίπτωσή του όποτε το επιθυμούσαν. Η ελάχιστη ποινή που αντιμετώπιζε ήταν να του κόψουν τα αυτιά, επομένως πρέπει να βρισκόταν σε δύσκολη θέση. Όπως σημειώνει ο βιογράφος του Μάρλοου Ντέιβιντ Ριγκς, «στα δικαστήρια της εποχής των Τιδόρ Φρίζερσα σε αυτό το κλίμα, ο Μάρλοου βρέθηκε να τα πίνει με τρεις τύπους αμφίβολης ηθικής στο σπίτι μιας χήρας, της Έλινορ Μπουλ, στο Ντέτφορντ του νοτιοανατολικού Λονδίνου. Σύμφωνα με την ανάκριση που ακολούθησε, στο σπίτι αυτό ξέσπασε καυγάς για το λογαριασμό και ο Μάρλοου –που είχε πραγματικά την τάση να μπλέκεται σε βίαια επεισόδια- άρπαξε ένα στιλέτο και προσπάθησε να μαχαιρώσει κάποιον Ίνγραμ Φρίζερ. Για να αμυνθεί ο Φρίζερ, έστρεψε το στιλέτο εναντίον του Μάρλοου και του έμπηξε στο μέτωπο, πάνω από το δεξί μάτι. Φαίνεται πολύ δύσκολο να μαχαιρώνεις κάποιον σε αυτό το σημείο, αλλά ο Φρίζερ κατάφερε να σκοτώσει τον Μάρλοου επιτόπου. Αυτή είναι τουλάχιστον η επίσημη εκδοχή για τον θάνατό του. Ορισμένοι ιστορικοί πιστεύουν ότι ο Μάρλοου δολοφονήθηκε κατόπιν εντολής του Στέμματος και των ανώτατων λειτουργών του. Μια άλλη εκδοχή, όχι λιγότερο πιστευτή, είναι ότι ο καβγάς του Μάρλοου με τον δολοφόνο του έγινε για λόγους ερωτικής αντιζηλίας. Όποιο κι αν ήταν το κίνητρο του φόνου είναι γεγονός ότι πέθανε στα είκοσι εννιά του χρόνια. Για την ιστορία, να αναφέρουμε πως ο φονιάς του συγχωρέθηκε!!
Τέλος, αξίζει να αναφέρουμε πως ο Μάρλοου ὅταν ζούσε στο Λονδίνο είναι σίγουρο πως ήταν μέλος μιας ομάδας διανοουμένων γνωστής ως Σχολής της νύχτας που ανταγωνιζόταν τις συμβατικές χριστιανικές δοξασίες. Στα έργα του δεν διστάζει μάλιστα να αμφισβητήσει με σθένος το θεσμό του γάμου και να μιλήσει με περιφρόνηση γι' αυτόν. «Ο γάμος δεν είναι παρά ένα τελετουργικό παιχνίδι». (Δόκτωρ Φάουστους). Αλλά και να κάνει κοφτερή και ανελέητη σάτιρα του τυπικού και των αξιωμάτων της εκκλησίας, να εμφανίσει τον πάπα ως έναν  μεγαλομανή χωρίς καμιά αίσθηση του χιούμορ, χωρίς καμιά ευσπλαχνία, χωρίς καν τον κοινό νου -για να μείνουμε μόνο σε αυτά. Διόλου τυχαίο λοιπόν, που εφτά χρόνια μετά τον θάνατό του, το 1600, ένα φυλλάδιο θα διακηρύξει ότι ο θάνατος του Μάρλοου, ήταν θέμα θείας δικαιοσύνης: «Έτσι ο Θεός, ο αληθινός εκτελεστής της θείας κρίσεις, επέφερε το τέλος ενός ασεβούς άθεου». Κρατήστε το εκτελεστής... 



O Rupert Everett ως Μάρλοου στην ταινία Shakespeare in Love

ΕΡΓΑ
Εδουάρδος Β’
Η επιλογή ενός ομοφυλόφιλου βασιλιά και η έντονη παραβολή των ερωτικών του προτιμήσεων σε τούτη την τραγωδία αποτέλεσε πηγή ιδιαίτερης αμηχανίας για πολλούς σχολιαστές του έργου, αλλά και ανασταλτικό παράγοντα για τη σκηνική του σταδιοδρομία. Οι περισσότεροι κριτικοί προσπαθούν επιμελώς να αποσυνδέσουν το ομοφυλοφιλικό στοιχείο στο έργο του Μάρλοου από την κατηγορία που προσάπτει ευθέως στον ποιητή ο περιβόητος «φάκελος Baines» για σοδομία. Διαβάζοντας αυτή τη μυστική αναφορά, που μας αποκαλύπτει με σχεδόν αγαθή απορία σκέψεις και πεποιθήσεις του ποιητή, δεν βρίσκουμε για ποιο λόγο να μην πιστέψουμε τον Μάρλοου όταν, μεταξύ άλλων, εκθειάζει τον καπνό και τα αγόρια· κατά το μυστικό έγγραφο ο ποιητής διατείνεται ότι ο Ιωάννης «ήταν ομόκληνος του Χριστού (…)· ότι τον μεταχειριζόταν όπως οι αμαρτωλοί των Σοδόμων» και ότι «σε όσους δεν αρέσει ο καπνός και τα αγόρια είναι βλάκες»· άλλωστε ο πληροφοριοδότης δεν χρειαζόταν να επινοήσει τις επιλήψιμες πεποιθήσεις και ενέργειες του ποιητή: δυο τρεις βραδιές σε μια ταβέρνα μαζί με φίλους του αρκούσαν με το παραπάνω για να γεμίσουν ολόκληρες σελίδες με ανατρεπτικές ιδέες· όλοι γνωρίζουμε πως και οι πιο καθημερινές συζητήσεις μπορούν να χρησιμοποιηθούν με τον πιο ενοχοποιητικό τρόπο, πόσο μάλλον όταν πρόκειται για απόψεις και πρακτικές που δεν ήταν ακόμα συνηθισμένο να λέγονται με τα’ όνομά τους. Τα μόνα στοιχεία που διαθέτουμε για τον Μάρλοου είναι αυτές οι μυστικές αναφορές και τα έργα του· αν λοιπόν δεχόμαστε ότι η κατηγορία για αθεϊσμό, λόγου χάρη, όπως τον εννοούσαν στα χρόνια της Ελισάβετ και όπως τον τεκμηριώνει ο πληροφοριοδότης στο μυστικό έγγραφο, μπορούσε κάλλιστα να στιριχτεί και στα στοιχεία που μας δίνουν τα έργα του τα ίδια, τότε ο Εδουάρδος ο 2ος, ο Ανζού στη Σφαγή των Παρισίων, ο διάλογος Δία και Γανυμήδη στον Πρόλογο του νεανικού έργου Διδώ, η βασίλισσα της Καρχηδόνας, και η εκπληκτική περιγραφή της ερωτικής πολιορκίας του Λέανδρου από τον Ποσειδώνα, στην αρχή του ημιτελούς μεγάλου ποιήματός του Ηρώ και Λέανδρος, θα έπρεπε να θεωρούνται επαρκή στοιχεία για τις ερωτικές προτιμήσεις τις οποίες του αποδίδει ο πληροφοριοδότης. Ακόμα και στον Ταμερλάνο τον Μέγα οι στίχοι με τους οποίους ο φερώνυμος ήρωας προσπαθεί να προσεταιριστεί τον Πέρση στρατηγό Θεριδάμα είναι πολύ ερωτικοί από αυτούς που απευθύνει στην αγαπημένη του τη Ζηνοκράτη. Όταν κοινή διαπίστωση σχεδόν όλων των κριτικών, η οποία πολλές φορές διατυπώνεται σαν επίκριση, είναι ότι ο Μάρλοου αποτυπώνει στους ήρωές του τις προσωπικές εμπειρίες του, είναι το λιγότερο αντίφαση να του αρνούνται μια πλευρά του που απαντά συχνότερα απ’ όσο θα ήθελαν. Ο πουριτανισμός ορισμένων κριτικών φτάνει στα όρια του κωμικού όταν επινοεί παρατραβηγμένες αιτιολογίες για να δικαιολογήσει την επιλογή του Εδουάρδου ως κεντρικού προσώπου τραγωδίας. Εν πάση περιπτώσει ακόμα και αν το ότι ο ποιητής δείχνει ιδιαίτερη περίπτωση στις περιγραφές ομοφυλοφιλικών επιθυμιών και σχέσεων δεν είναι απόδειξη ή έμμεση εξομολόγηση των προσωπικών ερωτικών του ροπών, σίγουρα είναι αδιαμφισβήτητη ένδειξη εντονότατου σχετικού ενδιαφέροντος.

 

Ταμερλάνος ο Μέγας
Στον απόηχο των πανηγυρισμών για την απαλλαγή της Αγγλίας από τη μόνιμη απειλή του ισπανικού βραχνά, με την ήττα της περίφημης «αήττητης Αρμάδας» του ισπανικού στόλου από τις δυνάμεις της Ελισάβετ Α', κυκλοφόρησε, το 1590, ένα βιβλίο με το εξής πρωτοσέλιδα: Ταμερλάνος ο Μέγας. Ο οποίος, με τις πρωτοφανείς και θαυμαστές κατακτήσεις του, από Σκύθης βοσκός έγινε πανίσχυρος και κραταιός μονάρχης και (λόγω της τυραννίας του και του τρόμου που προκάλεσε στον πόλεμο) χαρακτηρίστηκε Μάστιγα του Θεού.. Μοιρασμένος σε δυό τραγικούς λόγους, όπως παραστάθηκε πλειστάκις στις σκηνές του Λονδίνου από τον θίασο του λόρδου Ναυάρχου. Ήταν το κείμενο ενός ποιητικού δράματος που είχε ξεσηκώσει θύελλα ενθουσιασμού, είχε ήδη γίνει σημείο αναφοράς για θεατές και δημιουργούς, και είχε ανεβάσει στα ύψη της διασημότητας τον εικοσάχρονο δημιουργό του, τον ποιητή Κρίστοφερ Μάρλοου.
Έχει σημασία το γεγονός της έκδοσης γιατί, ούτε λίγο ούτε πολύ, με το έργο αυτό ξεκινάει και αποκτά το χαρακτηριστικό στίγμα της μια χρυσή εποχή του παγκόσμιου θεάτρου, η ελισαβετιανή και ιακωβιανή περίοδος. Ο εκδότης του κειμένου, Ρίτσαρντ Τζόουνς, είχε απόλυτη επίγνωση ότι τυπώνει ένα έργο ήδη εξαιρετικά δημοφιλές, που προφανώς εξακολουθούσε να παίζεται στη σκηνή -μάλιστα όπως γράφει ο ίδιος στο σημείωμά του προς τους αναγνώστες, επέτρεψε στον εαυτό του να αφαιρέσει ορισμένα, κατά την ταπεινή του γνώμη, «ευήθη πεπραγμένα» άγνωστο αν ζητήθηκε η γνώμη του συγγραφέα, που άλλωστε, κατά τη συνήθεια της εποχής, το όνομά του απουσιάζει από το πρωτοσέλιδο, μολονότι πρόκειται για το μοναδικό έργο που πρόφτασε να δει τυπωμένο εν ζωή ο ποιητής.
Ο Ταμερλάνος ο Μέγας, πανηγυρικό εναρκτήριο σάλπισμα της χρυσής εποχής του ελισαβετιανού θεάτρου, παρουσιάζει μια ιδιοτυπία: στεγάζει δύο έργα κάτω από τον ίδιο τίτλο. Συγκεκριμένα, το ποιητικό δράμα που είχε αυτό τον τίτλο πρωτοπαρουσιάστηκε στη λονδρέζικη σκηνή από τον θίασο του λόρδου Ναυάρχου τους πρώτους μήνες του 1587. Ο Μάρλοου κατά πάσα πιθανότητα το έγραψε ενὼ βρισκόταν ακόμα στο Καίμπριτζ η επιτυχία του έργου ήταν τόσο μεγάλη που ο ποιητής, κάτοικος Λονδίνου στο μεταξύ, θεώρησε υποχρέωσή του να γράψει δεύτερο έργο, σαν συνέχεια του πρώτου, που ανεβάστηκε τον Νοέμβριο της ίδιας χρονιάς, με εξίσου μεγάλη επιτυχία.
Παρόλο που το δράμα διατηρεί την αυτοτέλειά του, η διάθεση παραμένει η ίδια, και το δεύτερο έργο ενώ θα μπορούσε κάλλιστα να σταθεί μόνο του, αποτελεί καθρέφτη του πρώτου και φυσική εξέλιξή του. Έτσι, έχουμε σήμερα στα χέρια μας ένα ανοικονόμητο έργο δέκα πράξεων, που δεν έχει νόημα να παρασταθεί χωριστά, όπως είχε γίνει στον καιρό του, αλλά και είναι πραγματικός άθλος να παιχτεί ολόκληρο.
Οι πηγές από τις οποίες άντλησε υλικό ο Μάρλοου για τον Ταμερλάνο τον Μέγα ήταν πρώτα πρώτα οι Βυζαντινοί ιστορικοί. Εκτός από τις ιστορίες του Δούκα και του Φραντζή, που αποσπάσματά τους υπήρχαν διάσπαρτα στα παλαιότερα χρονικά, την εποχή του Μάρλοου είχε κυκλοφορήσει η λατινική μετάφραση ενός άλλου Βυζαντινού ιστορικού με άφθονο σχετικό υλικό, του Χαλκοκονδύλη, και μάλιστα υπήρχε προσιτό αντίτυπό της στη βιβλιοθήκη του Καίμπριτζ. Στην προεργασία του ποιητή για τον Ταμερλάνο συγκαταλέγονται και πολύ κατοπινότερα χρονικά και μαρτυρίες για τον βίο και τις κατακτήσεις του Τιμούρ, αλλά και ο απαραίτητος Σενέκας, που η απροσδόκητη απήχησή του στα πανεπιστήμια και η έντονη επίδρασή του στους νεαρούς ποιητές της εποχής τον κατατάσσουν στους άμεσους προδρόμους του ελισαβετιανού δράματος· οι δυο τραγωδίες του Σενέκα με ήρωα τον Ηρακλή, ο Ηρακλής μαινόμενος και ο Ηρακλής οιτεύς, πρέπει να θεωρούνται συγγενείς πρώτου βαθμού με τον Ταμερλάνο του Μάρλοου. Δεν μπορεί να ξέρει κανείς πως ήταν τα κατοπινά έργα που έγραψε ο ποιητής με ήρωες ιστορικά πρόσωπα του απώτατου παρελθόντος (τον Αννίβα και τον Ηλιογάβαλο, σύμφωνα με τις μαρτυρίες), αλλά σ' ένα είδος που δεν θα ήταν άστοχο να το αποκαλέσουμε «βιογραφικό έπος» -κάτι που αντίστοιχο, χλομό αντίγραφό του θα μπορούσε να θεωρηθεί το σύγχρονο χολλυγουντιανό biopic.


Ο Εβραίος της Μάλτας
Ο Εβραίος της Μάλτας, του Μάρλοου, να ξεκαθαρίσουμε από την αρχή πως επηρέασε τον Σαίξπηρ στη δημιουργία του πιο γνωστού Εμπόρου της Βενετίας. Έτσι μπορεί να πει κανείς ότι γεννήθηκε ο Σάιλοκ, ένας χαρακτήρας που φέρει όλα τα γνωρίσματα που θα περίμενε κανείς και ιδιέταιρα το κοινό της εποχής που το έργο γράφτηκα. Ο Εβραίος του Σαίξπηρ προτιμά να δει την κόρη του νεκρή, παρά να τολμήσει να σκεφτεί πως θα χάσει τα πολύτιμα πετράδια που αυτή πήρε μαζί της, όταν το έσκασε με τον αγαπημένο της. Όλοι οι υπόλοιποι χαρακτήρες του έργου τον μισούν. Οι ήρωες αυτοί τον βρίσκουν απεχθή, ασχημάτιστο, τερατόμορφο. Στο έργο κάπου εννέα συνολικά φορές τον συγκρίνουν με τον διάβολο.
Ο Μαλτέζος Εβραίος του Μάρλοου είναι έναν εκδικητικό ον. Εκδικείται τις αρχές και τους ανθρώπους για τα κακά που υπέστη, δεν έχει ιερό και όσιο, είναι δαιμόνιος. Αν και δεν μπορείς πάντα να διακρίνεις πάνω του την «σφραγίδα» του Εβραίου, φέρει οπωσδήποτε και μπορεί εύκολα να διακρίνει κανείς πάνω του πολλά από τα «παραδοσιακά» γνωρίσματα του τελευταίου: τη μακρυά μύτη, τη δύσοσμη αναπνοή, αλλά και την επαφή με τον Σατανά. Όπως μας λέει και ο ίδιος ο Εβραίος της Μάλτας στον περίφημο μονόλογό του: «Έξω περιφέρομαι τα βράδια/ και σκοτώνω αρρώστους που γρυλίζουν κολλημένοι στους τοίχους». Ο Μάρλοου εκτοξεύει τὸβ ήρωά του στην σφαίρα του εξωφρενικού προκαλώντας την μήνιν των εχθρών του: «Έτσι με φαντάζεστε; Έτσι θα είμαι!» μοιάζει να τους προκαλεί.

 

Ο μύθος του Δόκτορα Φάουστ
Στις μυθολογίες πολλών λαών, αλλά και στις λαϊκές τους παραδόσεις και στους θρύλους τους ανιχνεύονται προλήψεις και οι δεισιδαιμονίες σχετικές με τα κακά πνεύματα και τον Διάβολο. Προλήψεις που κρατούν αμείωτο το ενδιαφέρον πολλών ερευνητών μέχρι σήμερα. Μέσα σε αυτούς ανιχνεύει κανείς και τον θρύλο που έχει σαν κεντρικό του ήρωα τον άνθρωπο που πουλά την ψυχή του στον διάβολο υπογράφοντας με το αίμα του το συμβόλαιο αγοραπωλησίας.
Αυτή η παράδοση λοιπόν είναι που θέλει τον Φάουστ -έναν διάσημο λόγιο της Βυρτεμβέργης, να πουλά την ψυχή του στον Διάβολο με αντάλλαγμα αυτός να του προσφέρει τη γνώση και βέβαια την δύναμη, γιατί χωρίς δύναμη σκέφτεται ο λόγιος τι να την κάνεις την γνώση!! Ο άνθρωπός μας λοιπόν, αυτός δηλαδή που βρίσκεται πίσω από αυτόν τον μύθο είναι ο Ιωάννης Φάουστ που γεννήθηκε περίπου το 1480 στο Kundlingen της Γερμανίας και πέθανε το 1538. Αν και πολύ λίγα τεκμηριωμένα στοιχεία έχουμε για την ζωή του γιατί καθώς φαίνεται ο θρύλος και η αχλή του μύθου κάλυψαν εξολοκλήρου τη ζωής του και τα πεπραγμένα του.
Από τα στοιχεία που διαθέτουμε όμως, διαφαίνεται πως, ο πραγματικός Φάουστ δεν ήταν τίποτ' άλλο παρά ένας αγύρτης, τυχοδιώκτης που αυτοπαρουσιαζόμενος ως Μάγιστρος Γεώργιος Σαμπέλικους Φάουστους Υιός, περιόδευε τις διάφορες μεγαλουπόλεις της Δυτικής Ευρώπης, εμφανίζοντας τον εαυτό του άλλοτε ως γιατρό, άλλοτε ως αστρονόμο. Αλλά σουλατσάριζε και στα διάφορα παλάτια, καθώς διάφοροι Γερμανοί πρίγκιπες τον καλούσαν δίνοντάς του καθόλου ευκαταφρόνητα ποσά, προκειμένου να τους χαράξει ένα ωροσκόπιο. Γνωρίζουμε πως ο Φάουστους πέθανε το 1540 στο Freiburg, πέφτοντας θύμα της ίδιας της αναζήτησής του, αφού μια αιφνίδια έκρηξη χημικών κατά τη διάρκεια ενός πειράματός του τον έστειλε στον άλλο κόσμο. Μόλις λίγα χρόνια μετά τον θάνατό του, και συγκεκριμένα το 1592, μεταφράστηκε στα αγγλικά το πρώτο έργο που είχε δημοσιευτεί στην Φραγκφούρτη με τίτλο, Η Ιστορία της Επάρατης Ζωής και του Αντάξιου της Θανάτου του Δόκτορος Ιωάννου Φάουστους. Το γερμανικό βιβλίο για τον Φάουστους διεκδικούσε στις διδακτικές δάφνες, τις θρεμμένες από τον χριστιανισμό των εκεί δογμάτων λες και τόσοι αιώνες παγανισμού και προλήψεων μπορούσαν να περάσουν στον βρόντο. Αλλά πάλι, πώς θα μπορούσε να είναι διαφορετικά, αφού μιλάμε για το 1592. Έτσι σκοπός του βιβλίου ήταν να καταπολεμήσει τις πρόστυχες συμφωνίες με τις ακάθαρτες δυνάμεις...




Η σφαγή των Παρισίων
Η σφαγή των Παρισίων ασχολείται με μια ιστορική περίοδο της Γαλλίας που είναι σύγχρονη του ποιητή, και αρχίζει με την σφαγή της νύχτας του αγίου Βαρθολομαίου το 1572 και τελειώνει με την πολιορκία των Παρισίων από τον Ερρίκο τον 3ο και τη δολοφονία του το 1589. Παρόμοια απόπειρα μεταφοράς σύγχρονων ιστορικών θεμάτων στη σκηνή δεν επαναλήφθηκαν ποτέ κατά την ελισαβετιανή περίοδο· μόνο η λεγόμενη «αστική τραγωδία» ασχολήθηκε με σύγχρονα γεγονότα, αλλά αποκλειστικά ιδιωτικής και αστυνομικής φύσεως.
Η σφαγή των Παρισίων υπήρξε δημοφιλέστατη στην εποχή της, και συχνά αναφερόταν με τον τίτλο The Guise (Ο Γκριζ), από το βασικό πρόσωπο του έργου, έναν από τους μεγάλους ρόλους του Edward Alleyn. Το πρόβλημα της χρονολόγησής του, ωστόσο, είναι δυσεπίλυτο, εφόσον η πρώτη έκδοση του έργου είναι αχρονολόγητη, αλλά κατά πάσα πιθανότητα έγινε το 1602· παράστασή του αναφέρεται για πρώτη φορά μόλις τον Ιανουάριο του 1593, από το θίασο του λόρδου strange στο θέατρο Rose.
Το βασικό θέμα του έργου είναι η βία. Η αλήθεια είναι πως όλο το έργο του Μάρλοου είναι ουσιαστικά μια μελέτη βίας· ακόμα και η Γνώση στον Δόκτορα Φάουστους είναι μορφή βίας (κι αυτό, το έδειξε μοναδικά Grotorowski στην μοναδική παράστασή του.
Για την ιστορία να αναφέρουμε πως ο Μάρλοου δολοφονείται στις 30 Μαΐου του 1593. Δυο μήνες αργότερα ο Ερρίκος ο 4ος ο ηγέτης των Προτεσταντών, θα ασπαστεί τον καθολικισμό, και μπροστά στην Παναγία των Παρισίων θα ανακοινώσει, για να αναγραφεί στα ιστορικά χρονικά, πως η γαλλική πρωτεύουσα και η καθολική θεία λειτουργία είναι σχεδόν συνώνυμα. Το πραγματικό τέλος της Σφαγής των Παρισίων το γράφει με καγχασμούς η ίδια η Ιστορία, κλείνοντας σαρκαστικά το μάτι στο εμβρόντητο φάντασμα του Μάρλοου. 
 

John Heffernan στο ρόλο του βασιλιά Εδουάρδου και ο Edward, Kyle Soller στο ρόλο του Γκάβεστον. National Theatre, Olivier, Λονδίνο, 2013. Φωτογραφία: Johan Persson


ΧΡΟΝΟΛΟΓΙΟ ΤΟΥ ΚΡΙΣΤΟΦΕΡ ΜΑΡΛΟΟΥ
1584: Γεννιέται στο Καντερμπέρι. Ήταν γιος ενός υποδηματοποιού. Την ίδια χρονιά γεννιούνται ο Σαίξπηρ και ο Γαλιλαίος.
1587: Παίρνει πτυχίο από το Corpus Christi College του Κέμπριτζ, όπου κατάφερε να σπουδάσει λαμβάνοντας μια υποτροφία. Γράφει, μαζί με τον Nashe, το Dido, queen of Carthage (Διδώ, η βασίλισσα της Καρθαγένης) – που είναι παρμένο από την Ενειάδα — για τον παιδικό Θίασο του παρεκκλησιού της βασιλικής οικογένειας.
1587-1588: Στην εποχή αυτή ανάγονται οι πρώτες του επαφές με τον κόσμο του επαγγελματικού θεάτρου. Συγκεκριμένα, η γέννηση των τιτάνιων ηρώων του μοιάζει να συνδέεται με τη συνάντηση με τον Edward Alleyn, τον νεαρό σφαγέα που ήταν σταρ στους Admiral’s Men. Την ίδια περίοδο γράφει τον Ταμερλάνο.
1588- 1589: Γράφει το Η τραγική ιστορία του Δόκτορα Φάουστ. Καθώς φαίνεται, εκτελεί ταυτόχρονα καθήκοντα κατασκοπείας για την κυβέρνηση, συναναστρεφόμενος ισχυρές προσωπικότητες, όπως είναι ο Sir Thomas Walsingham και ο Walter Raleigh που τον προστατεύουν.
1589: Γράφει τον Εβραίο τις Μάλτας.
1592: Γράφει το Edward the second, που έδωσε τροφή για τον Richard II του Shakespeare.
1593: Γράφει το The massacre at Paris (Η σφαγή των Παρισίων). Ο Thomas Kyd τον κατηγορεί για αθεϊσμό, αποδίδοντάς του ένα γραπτό που βρέθηκε στο σπίτι του. Αφού υφίσταται ανάκριση, αφήνεται ελεύθερος. Παρ’ όλα αυτά, συγκεντρώνονται στοιχεία για μια κατηγορία σχετική με τη συμπεριφορά του, που, σύμφωνα με κάποιους, δεν σεβόταν την ηθική της εποχής. Ενώ περιμένει τη διεξαγωγή της δίκης, δολοφονείται στο Λονδίνο, δεχόμενος μια μαχαιριά στη διάρκεια μιας συμπλοκής σε ταβέρνα.


Ο Samuel Collings ως Γκάβεστον, Chris New ως βασιλιάς Εδουάρδος (Royal Exchange Theatre). Φωτογραφία: Jonathan Keenan.


ΕΡΓΟΓΡΑΦΙΑ
Θεατρικά
  • Dido, Queen of Carthage (1586) (παρέα με τον Thomas Nashe).
  • Tamburlaine the Great, part 1 (1587), 2η βερσιόν (1587–1588).
  • The Jew of Malta (1589).
  • The Tragical History of Doctor Faustus (1589 ή 1593).
  • Edward II (1592).
  • The Massacre at Paris (1593).
  • Το θεατρικό έργο Lust's Dominion αποδόθηκε αρχικά στον Μάρλοου, (αρχική δημοσίευση το 1657) φαίνεται πως μάλλον δεν είναι δικό του, αφού κριτικοί και μελετητές ομόφωνα απέρριψαν μια τέτοια εκδοχή. Πιθανότητες υπάρχουν να συνέγραψε το Arden of Faversham.
Ποίηση
  • Translation of Book One of Lucan's Pharsalia (χωρίς χρονολογία).
  • Ovid's Amores, μετάφραση (περ. 1580s).
  • "The Passionate Shepherd to His Love" (1593)
  • Hero and Leander (1593, ημιτελές πού συμπληρώθηκε από τον George Chapman, 1598)


 

Έργα του Κρίστοφερ Μάρλοου στα ελληνικά
  • Ταμερλάνος ο Μέγας μετ. Σεραφείμ Βελέντζας, Εκδόσεις Άγρα, Αθήνα 2006.
  • Δόκτωρ Φάουστους, μετ. Κλείτου Κύρου, Εκδόσεις Άγρα.
  • Ο Εβραίος τής Μάλτας, μετ. Σεραφείμ Βελέντζας, Εκδόσεις Άγρα.
  • Ο Εβραίος τής Μάλτας, μετ. Δαμιανάκου Βούλα, Εκδόσεις Επικαιρότητα.
  • Εδουάρδος Β' και Η σφαγή των Παρισίων, μετ. Σεραφείμ Βελέντζας, Εκδόσεις Άγρα.
  • Εδουάρδος Β', εισαγωγή μετάφραση Γιώργος Ορφανός, Εκδόσεις Ίριδος, Αθήνα 1981.


Πηγές

Πολύτιμη βοήθεια για το παρόν αφιέρωμα στον Κρίστοφερ Μάρλοου στάθηκαν οι μεταφράσεις των έργων του από τον Σεραφείμ Βελέντζας καθώς και τα εξαιρετικά εισαγωγικά του κείμενα σε αυτές που κυκλοφορούν από τις , Εκδόσεις Άγρα.


 
Εδουάρδος ΙΙ, αφίσα της παράστασης στο National Theatre, Olivier, Λονδίνο, 2013.

 
Εδουάρδος ΙΙ, αφίσα της ταινίας του Ντέρεκ Τζάρμαν.

Εδουάρδος ΙΙ, αφίσα της παράστασης στο National Theatre, Olivier, Λονδίνο, 2013.

 
Εδουάρδος ΙΙ, αφίσα της παράστασης στο The Preas Theatre 2006. Σκηνοθεσία Tal Lostracco.

Εδουάρδος ΙΙ, αφίσα της παράστασης στο Crucible Theater Sheffield, 2001.

Αγγλικό εξώφυλλο έκδοσης του Εδουάρδος ΙΙ,.






Σάββατο 18 Νοεμβρίου 2017

ΜΙΚΡΗ ΙΣΤΟΡΙΑ






Είπα να αφηγηθώ μια ιστορία, και προκαταβολικά ζητάω συγγνώμη διότι ούτε καλός στις αφηγήσεις είμαι, ούτε το λογοτεχνικό τάλαντο μού περισσεύει· έτσι πιστεύω πως στο τέλος, μάλλον, θα βαρεθείτε. Αλλά ας είναι, θα το κάνω με όσο λογοτεχνικό τρόπο μού επιτρέπει η παιδεία μου για να μην πάει δηλαδή εντελώς χαμένος ο χρόνος σας, αν και από την φύση της η ιστορία μου είναι λιλιπούτεια -εξ ου και ο τίτλος. Ξεκαθαρίζω πως η ιστορία μου είναι προϊόν μυθοπλασίας, δηλαδή παραμύθι, οπότε η οποιαδήποτε ομοιότητά της με την πραγματικότητα είναι συμπτωματική, αλλά και η προσομοίωσή της με πρόσφατα πραγματικά περιστατικά που τυχόν μπορεί να γίνει στο μυαλό του αναγνώστη, που αν του θυμίζει κάτι καλώς τού το θυμίζει δηλαδή, αλλά γι' αυτό την αποκλειστική ευθύνη φέρει ο ίδιος, μια και σκοπός μου εμένα εδώ ήταν μια δοκιμή των πενιχρών λογοτεχνικών μου ικανοτήτων - και μόνον!!
Αλλά αρκετά με την προλογική φλυαρία:

Μικρή ιστορία
Μεσούσις του θέρους και ενώ ο αλγηδών ήλιος είχε ανέλθει για μίαν ακόμα φορά εις το άρμα του, εξορμώντας για την καθημερνή του πορεία κάνοντας το θερμόμετρο να ανεβαίνει -ως καυλοπυρέσσον πέος- επικίνδυνα, περίμενα στο σκιερό πλατάνι όπως είχαμε συνεννοηθεί για να βρεθούμε, όταν τον είδα βουτηγμένο στον ιδρώτα να έρχεται ανακοινώνοντάς μου πως είχαν χρεία να συνδράμω στην βραδινή παράσταση και πως με περίμεναν εναγωνίως στο σπίτι τού Τάκη και ως εκ τούτου ο καφές αναβάλλονταν. Πήραμε τον ανηφορικό δρόμο και πραγματικά μετάνιωσα που δεν σκέφτηκα τη λύση τού ταξί μα ήταν πολύ αργά πια, μια και το αρχοντικό του Τάκη, ένα νεοκλασικό κόσμημα της περιοχής, πρόβαλε μπρος μας υπερήφανο, αγέρωχο και ακέραιο κάτω από τον καυτό, αδυσώπητο μεσημεριάτικο φως του ήλιου. Ανέβηκα ιδρωμένος την εσωτερική σκάλα και βρέθηκα μπροστά στο δροσερό καθιστικό. Η μικρή παράσταση θα δίνοντας το βράδυ στον κάτω όροφο που, επικοινωνώντας με τον κήπο, μετατρέπονταν σε έναν μικρό αλλά θαυματουργό χώρο. Για τις ανάγκες της βραδιάς μετακομίσαμε έπιπλα και καθίσματα, παραθέσαμε την μικρή μας σκηνή και παρατάξαμε τις λιγοστές καρέκλες στη σειρά για τους εκλεκτούς θεατές μας.
Η πρόβα άρχισε φτασμένο απόγεμα πια και προχωρούσε άριστα. Είχα τελειώσει με τους φωτισμούς, όταν σε μια κρεββατοκάμαρα είδα ένα 17χρονο αγόρι να ντύνεται για την επόμενη σκηνή. Έκανα να φύγω, όταν μου είπε κλαψιάρικα αλλά θαρρετά: «βοήθησέ με μέ αυτό γιατί δεν τα καταφέρνω. Θα αργήσω», ζητώντας συνεπικουρία προκειμένου να φορέσει το στενό ολόσωμο κολλάν του για την παρακάτω σκηνή.
Έπιασα το ελαστικό ρούχο και άρχισα να το ανεβάζω αργά-αργά. Χάιδεψα το απαλό βελούδινο δέρμα, πέρασα τα χέρια μου από την σφριγηλή περιφέρεια των καλοσχηματισμένων ελαστικών γλουτών του, τους οποίους θώπευσα επανειλημμένα, τα περιέφερα πάνω από την κορυφή της λαγονίου ακρολοφίας, έσφιξα τη δαχτυλιδένια μέση, για να καταλήξω στο στήθος, εκεί που οι πρώτες τρίχες διακρίνονταν ρωμαλέες ήδη γύρω από τις θηλές!! Τού είπα κολακευτικά λόγια και ύμνησα το σώμα του, πράγμα που δέχτηκε με περισσή χαρά.
Αλλά το ρούχο είχε κιόλας φορεθεί και επιπλέον είχε έρθει η ώρα να βγει στη σκηνή· και βγήκε.
Από τότε δεν τον ξανάδα, ο πατέρας του με την καινούρια χρονιά πρέπει να πήρε μετάθεση για κάποια μακρινή και άγνωστή μου πόλη. Μια πόλη που ζει στα όρια του μύθου, πέρα από την πραγματικότητα, γιατί ένα πλάσμα σαν κι αυτό μόνο σε μυθικό χώρο μπορείς να το εντάξεις. Εκεί ακριβώς το ενέταξα κ' εγώ, αφού δεν μπόρεσα να μάθω ποτέ κάτι γύρω απ' αυτόν· αν προχώρησε στο θέατρο, τι κάνει, ποιοι έρωτες παίδεψαν το αγαλμάτινο του κορμί, λες και όλα ήταν ένα όραμα της ζεστής καλοκαιριάτικης μέρας, μια οπτασία που μου επιφύλαξε ή ζέστη και η κούραση εκείνης της ημέρας, λες και η φαντασία μου μού έπαιξε τούτο το απατηλό παιχνίδι, λες και δεν υπήρξε ποτέ. Έτσι, η αχλή του μύθου τύλιξε την ύπαρξή του για πάντα. Πολλές φορές πιάνω τον εαυτό μου να παρατηρεί τους νέους ηθοποιούς προκειμένου να δει αν του μοιάζει κανείς τους. Μάταιες ελπίδες. Αλλά δεν το ξέρετε πως η ελπίδα πεθαίνει πάντα τελευταία; Το ξέρετε.
Στάθηκα άτυχος. Αλλά και αυτός στάθηκε άτυχος. Δεν έγινα, δεν κατάφερα να γίνω ο διάσημος συγγραφέας που ονειρευόμουν τότε, για να μπορέσει να με κατηγορήσει για ασελγία επί ανηλίκου, να βγάλει τα άπλυτά μου στη φόρα· να γυρίσει όλα τα μεσημεριάτικα και απογευματινά τηλεοπτικά σαλόνια των ξανθών αλλά ακέφαλων υπάρξεων· να δώσει δακρύβρεχτες συνεντεύξεις σε ειδήμονες δημοσιογράφους που δημόσια θα τον συμπονούσαν για τούτο το «βαρύ» εφηβικό του πάθημα κάνοντας τις πέννες τους να στάξουν φαρμάκι εναντίον μου· να δώσει την ευκαιρία σε αρθρογράφους και «αντιπρόσωπους» τής διεθνούς κοινότητας των γκέι και γενικά στους αγωνιστές της πολυθρόνας -πείτε τους και ταγμένους κηφήνες το ίδιο κάνει- να μου εξαπολύσουν τα βέλη τους που τολμώ να συγχέω την «παιδεραστία» με την ομοφυλοφιλία μου, που εντέχνως, χρόνια τώρα διαπράττω το «φρικτό έγκλημα» να την κρατάω κρυφή· να εξαπολύσει τις κατηγόριες του εν μέσω γραβατοφόρων σοβαροφανών και επιφανών δικηγόρων που θα είχαν αναλάβει την υπεράσπιση τού «κακοποιημένου» αυτού ανθρώπου· να κάνει τους εκδότες μου να με αποτάξουν και να βρεθώ απροστάτευτος, κυριολεκτικά στους πέντε -εκδοτικούς- δρόμους, τώρα που ξαφνικά θυμήθηκε και διακηρύσσει, αν και μετά από πολλά-πολλά χρόνια, για το πώς ένας εικοσάχρονος ασέλγησε πάνω του, θωπεύοντάς τον ερωτικά, όταν ο ίδιος του ζήτησε να τον βοηθήσει με το κολλάν του για να μην αργήσει σε μια εφηβική παράσταση, που θα δινόταν σε ένα νεοκλασικό σπίτι, μια καυτή μέρα του θέρους!
Ναι στάθηκε άτυχος!!





© κειμένου, gayekfansi.blogspot.gr


Τρίτη 7 Νοεμβρίου 2017

«ΤΟΥ ΕΡΩΤΑ», ἕνα ποίημα τῆς Λένας Παππᾶ




 

ΤΟΥ ΕΡΩΤΑ
Ἄϊ σκοτεινὸ φῶς
τρεμάμενο αἷμα τοῦ Ἔρωτα
μὲς στὴ γητειά σου ἀπολησμόνησα
τοὺς φονιάδες καιροὺς
γέννησα ρόδινα μωρὰ
σὲ στερωμένο μέλλον·

Ἄϊ τῆς γάπης μαχαιριὰ
στῆς νιότης τὸ κρουστὸ κορμὶ
πληγὴ ποὺ ἀνάβλυζε εὐωδιὲς φιλιῶν
καὶ μουσικὴ
ντύνοντας τὸ γυμνὸ ἔρημο κόσμο.

Ἀπόψε μέσα στῆς μνήμης τὰ βαθιὰ βελοῦδα
κυλιέμαι καὶ σὲ καλῶ
μὲ τὴ φωνὴ τὴν ἀπερίγραπτη
τῶν ἀπαρηγόρητων
τὴ γυάλινη, χλωμὴ φωνὴ
τῶν διψασμένων ποὺ άγαποῦν τὴ δίψα τους
κι ἂς ξέρουν πὼς
ὅλες τὶς θάλασσες καὶ τὰ ποτάμια κι ἂν θὰ πιοῦν
ποτέ τους δὲ θὰ ξεδιψάσουν.






Λένα Παππᾶ, ἀπὸ τὴ συλλογὴ Ἀρτεσιανά, Οἱ ἐκδόσειςτῶν φίλων, Ἀθήνα 1988.
Τό ποίημα μελοποιήθηκε ἀπὸ τὸν Χάρη καὶ Πάνο Κατσιμίχα μὲ τίτλο «Τῆς ἀγάπης μαχαιριά», καὶ ὑπάρχει στὸν ὁμώνυμο δίσκο τους, (Sony Music-ΑΚΤΗ, 478348-2, 1994).